Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ


ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ

Μια φορά και έναν καιρό, με απήγαγαν. Τότε αφελέστατα πίστευα πως ήμουν ασφαλής, πως κανένας δεν θα ζητούσε τίποτε από μένα. Έχασα τον δρόμο, εκείνοι με πρόσεξαν, με παραμόνευαν.  Με οδήγησαν εδώ βίαια, με έκλεισαν. Είπαν να μην φοβάμαι, πως όλα θα είναι καλύτερα για μένα, όλα θα φτιάξουν. Ακόμα να καταλάβω το μονοπάτι της ζωής μου.

Αιχμαλωτισμένη, στο απομονωμένο δωμάτιο, που δεν ήταν καθόλου ταπεινό. Βρέθηκα ανάμεσα σε επίχρυσα στολίδια, χρυσά σκεπάσματα, μεταξένια μαξιλάρια. Φρούτα και δώρα. Τίποτε δεν έλειπε. Ούτε το όπιο που άφησαν πίσω.

Εκείνη την μέρα, όλα έγιναν γρήγορα. Με έλουσαν, με έντυσαν στα χρυσά υφάσματα, με στόλισαν. Με ετοίμασαν, με άλλαξαν σε μια διαφορετική γυναίκα. Έτσι άλλαξα ζωή. Οι ευνούχοι περίμεναν μόνο κατανόηση από εμένα, με επέλεξαν, ήμουν τυχερή που βρέθηκα εδώ.

Έλεγαν.

Η αίγλη της αιχμαλωσίας, πρόδιδε τον προορισμό μου. Καθαρή, φοβισμένη, αποχαυνωμένη, περίμενα την εξέλιξη της φυλάκισης μου. Φανταζόμουν την ανεπιθύμητη κατάληξη, αν όλα πήγαιναν στραβά.

Οι φωνές έξω από την επίχρυση πόρτα προμήνυσαν πως έφτασε η ώρα. Αναγκάστηκα να τους ακολουθήσω, το όπιο σταμάτησε οποιαδήποτε αντίδραση φώλιαζε στην ψυχή μου. Στα πιο τρελά μου όνειρα, δεν φανταζόμουν πως θα είχα την τιμή, πως θα περπατούσα τους διάσημους διαδρόμους, πως θα αντίκριζα τα ακριβά γλυπτά και το απόκοσμο φως που φώτιζε τους κήπους.

Με πήγαιναν σε εκείνον. Ξέρω γιατί με επέλεξαν, δεν θα με έψαχνε κανείς, δεν έχω κανέναν. Είμαι όμορφη, ακριβώς αυτό που του αρέσει.  Φτωχή, χωρίς δύναμη να ελέγξω την ζωή μου. Νέα, χωρίς άντρας να γνωρίζει το σώμα μου. Η κατάλληλη επιλογή.

Όταν οι πύλες άνοιξαν, τον είδα. Με περίμενε. Με πρόσφεραν. Το δώρο του. Με πρόσταξαν να του χορέψω. Με κοίταζε με ενδιαφέρον, με ερευνούσε. Του άρεσα.

Με δέχτηκε στην ζωή του, κοντά στον θρόνο της Ανατολής, στις μυστικές γυναίκες του. Από τότε ζώ εδώ, χίλιες και μια νύχτες στο χρυσό κλουβί μου. Όλα είναι καλά. Αρκεί να είμαι καλή κοπέλα, αρκεί το όπιο να διαγράφει τις αναμνήσεις μου. Η ζωή μου ανήκει στον σουλτάνο μου.

Ο άρχοντας μου.


Created by Diana Chemeris

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

ΠΑΡΕΑ


ΠΑΡΕΑ

Κάναμε πλάκα, διασκεδάζαμε, ήπιαμε παραπάνω εκείνη την μέρα. Ήρθε καλοδεχούμενη η ιδέα, οδηγήσαμε ώσπου εκεί. Ψηλά, η θέα στα πόδια μας, ο κόσμος δικός μας. Από τόσο μακριά, η πόλη φάνταζε άλλος τόπος. Γυαλιστερή μέσα στα φωτάκια της, ξύπνια, ζωντανή, οικεία. Το μέρος που φιλοξένει τις μέρες και τις νύχτες μας, αγνώριστη από τόσο ψηλά, σαν άλλη πολιτεία.

Εκείνη την νύχτα, δεν μας ένοιαζε. Τίποτε απολύτως. Γιορτάζαμε. Μέσα στο αμάξι, με φόντο την πόλη. Οι μακρινές ζωές των άλλων, φαινόταν ένα ψέμα, τίποτα δεν μας άγγιζε κοντά στον ουρανό. Δεν μας απασχολούσε πια. Πιστεύαμε πως ο κόσμος μας ανήκει, πως μπορούμε να πετάξουμε ψηλά.

Γελάγαμε, πίναμε, μιλούσαμε. Ζούσαμε όπως τα νέα παιδιά πρέπει να ζήσουν. Δεν μας ένοιαζε τι έλεγαν οι άλλοι, οι μεγάλοι. Εκείνοι δεν γελάνε πιά, δεν κάνουν σκανταλιές, δεν θυμούνται πως ήταν. Υποδείγματα μιας κοινωνίας που ξέχασε, νομίζει πως ξέρει, μα κάνει λάθος. Εκείνοι την ζωή την περνάνε αυστηρά με θλίψη, ενώ εμείς την γιορτάζουμε. Εμείς ακόμα το ζούμε

Όλος ο κόσμος, η θέα μας. Η ζωή μας. Τόσες νύχτες οδηγούσαμε παράνομα πριν πάρεις δίπλωμα. Τόσες νύχτες αποφύγαμε τον κίνδυνο, τόσες μέρες ξυπνούσαμε ζωντανοί. Είμαστε ακόμα εδώ, κραυγάζαμε. Μεγαλώσαμε, αποκτήσαμε απολυτήρια και διπλώματα. Τώρα πρέπει να δούμε την ζωή σοβαρά, μα δεν το κάνουμε.

Η ψυχή μας αποζητάει εκείνα που την θρέφει. Την διασκέδαση, το παιχνίδι, τα άκρα. Η ψυχή κοιτάει τον ουρανό και ζει, ονειρεύεται. Πετάει ψηλά με τα υπόλοιπα άστρα. Ένα σύμπαν που δεν διαχωρίζει, δεν κατηγορεί, δεν πληγώνει. Εκεί είμαστε όλοι ίδιοι. Αγαπάμε. Νιώθουμε. Ζούμε.

Την θυμάμαι εκείνη την νύχτα. Εκείνη η νύχτα μας έδωσε ζωή, ώσπου..

Θα επιστρέφαμε. Ήσουν νέος οδηγός.

Μπερδεύτηκες, ζαλίστηκες. Δεν κατάλαβα τι έγινε. Όλα ξαφνικά. Το γέλιο κόπηκε στην πτώση. Ξέρω, την ένιωσες και εσύ την πτώση. Θυμάμαι. Ήταν πια αργά όταν αντιλήφθηκες το λάθος. Πετάγαμε. Πέφταμε. Ευθεία μπροστά.

Ευθεία στον γκρεμό.

Created by Diana Chemeris