Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

ΕΡΩΤΕΣ


ΕΡΩΤΕΣ

Ερωτεύτηκα πολύ. Δυνατά και τα αισθήματα στο φρένο, χάρισα μια καρδιά δίχως όρους. Πέρασαν χρόνια, πέρασαν άλλοι τόσοι έρωτες. Μερικούς δεν μπορώ να θυμηθώ. Άλλοι ήταν ξεχωριστοί, τους αγάπησα αληθινά.  Αγάπες παλιές, που ορκιζόμουν στο φεγγάρι και στον ήλιο πως θα μείνουν παντοτινές. Μοιράσαμε στιγμές στο όνομα μιας αγάπης, που στιγμάτισε την μνήμη και την καρδιά. Εκείνοι οι έρωτες με άλλαξαν, με έμαθαν, με κατεύθυναν. Μυήθηκα σε κόσμους διαφορετικούς, στην μοναδική κοσμοθεωρία που μονάχα εγώ γνωρίζω και αγαπώ.

Τόσες φορές, τόσες αλλαγές, προσπάθησα να ξεχάσω, να τις πνίξω βαθιά σε ένα σκοτεινό μπαούλο. Άλλα η ανάμνηση παραμένει, δεν διαγράφονται οι αγάπες οι παλιές. Αγάπησα, αυτή είναι η πραγματικότητα. Τόσες γιορτές, τόσες μεθυσμένες βραδιές, τόσα πρωινά ξυπνήματα αγκαλιά, και ανά τα χρόνια τα πρόσωπα αλλάζουν. Τους θυμάμαι. Ιστορίες διαφορετικές, άντρες ξεχωριστοί και κάθε φιλί μοναδικό. Κανένας δεν έμοιαζε, κανένας δεν ξεχάστηκε. Πήραν έναν ρόλο, έγιναν μια ανάμνηση, έδωσαν ένα μάθημα. Καιρός να πω αντίο, και ευχαριστώ.

Εκείνος που αγάπησα με τρέλα. Εκείνος που μίσησα αργότερα. Εκείνος που τελικά με πλήγωσε. Εκείνος που τον άφησα. Εκείνος που με άφησε. Εκείνος που πέθανε. Οι άντρες της ζωής μου, τραγουδούν βαθιά στίχους στην ψυχή, τραγούδια αφιερωμένα με ξεχωριστή μελωδία στον καθένα. Με εμπνέουν ιστορίες, γράφω για αυτούς, διότι δεν έφυγαν ποτέ. Παραμένουν λέξεις εγκλωβισμένες στην μνήμη, γραμμές στα τετράδια του μυαλού, που επαναλαμβάνονται μερικές μοναχικές βραδιές. Σας θυμάμαι, δεν ξεχνώ.

Εκείνοι οι άντρες, εκείνες τις προσωπικές στιγμές, άναψαν σπίθα στην καρδιά, ώσπου έγινε φωτιά, που ακόμα φλέγει ζωντανά. Δεν ξεχνώ, αγάπησα. Γιατί αγάπησα πολύ, όσο μια καρδιά αντέχει, δεν έφυγε το βέλος, μάτωσε και παραδόθηκε. Δάκρυα και ηδονή γίναν ένα, βρισιές και προστυχιές σε κλειστά δωμάτια. Ερωτεύτηκα μάτια μαύρα, μελί, γαλάζια. Βουβή επικοινωνία ανάμεσα σε πρόσωπα που ταίριαξαν, κατανόηση με εκείνους που επέλεξα.

Δεν ξέρεις πόσο σε αγάπησα. Κρύβομαι. Το προδίδω τώρα. Γαληνεύω μια πληγωμένη καρδιά, που ακόμα δεν ξεχνάει. Άλλα θέλει να φύγει.

Ζητώ συγνώμη που σε πλήγωσα. Ξέρω δεν το εννοούσες. Μια παρεξήγηση κατέστρεψε τις καλύτερες προθέσεις, η έλλειψη επικοινωνίας κατέστρεψε τις καλύτερες σχέσεις. Και ο χρόνος δεν γυρνάει. Ύστερα από καιρό, τελείωσε. Φυλάω παλιούς έρωτες στο κόκκινο βάζο, ένα κόκκινο λουλούδι ο καθένας που συνεχίσω να ποτίζω. Ξέρω πως ποτέ δεν θα μαραθούν, η αγάπη δεν μαράθηκε ποτέ.

Ότι ζήσαμε να θυμάσαι, είναι πλέον ριζωμένα στο παρελθόν. Πάντα ξεφυτρώνει μια κραυγή, ώστε να θυμίζει πως αγάπησες. Πρέπει να φύγω, συνεχίζω. Ερωτεύτηκα ξανά, εντελώς απρόσμενα.

Ευχαριστώ, αντίο. Σε αγαπώ.

Created by Diana Chemeris

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

ΤΟ ΜΕΡΟΣ


ΤΟ ΜΕΡΟΣ

Υπάρχει ένα μέρος στην πόλη που λίγοι γνωρίζουν την ιστορία του. Ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για πολλά χρόνια ως αποθήκη, ύστερα ως μαγαζί. Τώρα είναι νυχτερινό κέντρο. Είναι καλοφτιαγμένο εξωτερικά, όπως εσωτερικά υπέροχα διακοσμημένο, ο κόσμος που μπαίνει τις νύχτες διασκεδάζει. Τίποτα δεν μαρτυρά κάτι παράξενο, όλα φαίνονται φυσιολογικά. Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν το σκοτεινό μυστικό του.

Είναι καταραμένο. Στοιχειωμένο από έναν άνθρωπο που εγκλώβισε την ψυχή του στο μέρος, την πούλησε. Έχυσε ιδρώτα, αίμα, δάκρυα ώστε να πραγματοποιήσει τα όνειρα του. Αυτό έγινε πριν χρόνια.

Έχει σημασία ο χαρακτήρας του ανθρώπου, αυτός δημιουργεί έναν χώρο υλικά και πνευματικά. Ο πρώτος ιδιοκτήτης, που από οικόπεδο δημιούργησε μια επιχείρηση, που τοποθέτησε το πρώτο τούβλο, που πρώτος περπάτησε στο μέρος. Όσο αποκτούσε δύναμη γινόταν άπληστος στα φιλόδοξα του σχέδια, σκληρός. Κατέστρεψε πολλές γιορτές, οικογένειες έμειναν δίχως δουλειά λόγω περικοπών, με αποτέλεσμα να φτύνουν το επώνυμο του. Εκείνος προκάλεσε δυστυχίες, δεν σκέφτηκε ποτέ την ανθρώπινη ψυχή.

Κάποιος θα έλεγε πως εκείνες τις άγιες μέρες, η μοναδική ευχή εκείνων που αδικήθηκαν, ήταν εκείνος να πληρώσει. Αμαρτίες που ξέρανε και μυστικά που αγνοούσαν. Η σκέψη μπορεί να ενεργοποιήσει πραγματικότητες. Λογαριάζανε να αντιμετωπίσει τον άπληστο εαυτό του, την μοναξιά, και τον δαίμονα που τον περιστοίχιζε. Και έτσι έγινε. Πέθανε μέσα. Μονάχος. Στο μέρος.

Υπάρχει ένα μέρος στην πόλη που λίγοι γνωρίζουν την ιστορία του. Πουλήθηκε σε δεκάδες χέρια, ανακαινίστηκε πολλές φορές. Δεν έκαναν ευχέλαιο ποτέ, το ξέχναγαν τυχαία. Καλύφθηκε η πραγματικότητα. Είναι στοιχειωμένο. Η ψυχή του άντρα παραμένει εγκλωβισμένη μέσα, το πρόσωπο του αποτυπωμένο βαθιά στους τοίχους, παράξενοι ήχοι θυμίζουν ψιθύρους από ξεχασμένη φωνή. Όσο περνάει ο καιρός η ενέργεια συσσωρεύεται, θρέφεται. Διψάει για εκδίκηση, ψάχνει τρόπο να συνεχίσει το έργο του στην άλλη ζωή, περιμένει να πετύχει.

Όσοι μπαίνουν μέσα, δεν το αντιλαμβάνονται. Ακουμπάνε την ενέργεια, γίνονται ένα μαζί της. Το φάντασμα ενεργοποιεί σκέψεις, προκαλεί αισθήματα, ρουφάει την ζωτικότητα. Με σκοπό να επιστρέψει η κατάρα εκεί που ανήκει, με στόχο να νιώσουν ότι ένιωσε εκείνος λίγο πριν το τέλος της ζωής του. Οι κακοί προκαλούν παραπάνω, οι καλοί βασανίζονται από ατυχίες, η ζωή αλλάζει επίπεδο δυσκολίας και φθείρει. Μια παράνοια που δεν θα ζούσαν αλλιώς, ώσπου η ενέργεια ξεθωριάσει και την νικήσουν.

Όλα φαίνονται φυσιολογικά, άλλα στο τέλος κάθε νύχτας, το μέρος είναι σκοτεινό, άδειο και καταραμένο.

Created by Diana Chemeris